Το φαγητό συνοδεύει στην ελληνική κοινωνία πολλές δραστηριότητες και καταστάσεις. Η ελληνική παράδοση συστήνει ειδικά φαγητά στις γιορτές, σε γάμους, βαφτίσεις, κηδείες ή σε συγκεκριμένες κοινωνικές εκδηλώσεις. Ιδιαίτερες παραδοσιακές συνταγές αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της εορταστικής ιεροτελεστίας σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Οι γυναίκες της ελληνικής επαρχίας αλλά και όλα τα μέλη των μικρών τοπικών κοινωνιών μεταφέρουν αυτές τις συνταγές από γενιά σε γενιά.
Συγκεκριμένα φαγητά γεμίζουν και το εορταστικό τραπέζι των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και του Πάσχα αν και τα τελευταία χρόνια ξενικά εδέσματα τείνουν να εκτοπίσουν την Παραδοσιακή εορταστική κουζίνα κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα. Υπάρχουν αρκετές μέρες χρόνου που οι ορθόδοξοι χριστιανοί νηστεύουν. Αυτό σημαίνει ότι συγκεκριμένες χρονικές περιόδους (πριν από τις μεγάλες θρησκευτικές εορτές – Χριστούγεννα, Πάσχα και Δεκαπενταύγουστο) κάποιες τροφές αποκλείονται όπως το κρέας, το τυρί, τα αυγά ή και το λάδι. Οι νηστείες που συνιστά η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι και μία συνήθεια καλής διατροφής που προάγει την καλή υγεία και επιτρέπει τη χρήση τοπικών γεωργικών προϊόντων. Μια σειρά από παραδοσιακές συνταγές μας δείχνουν πως η ανάπτυξη επιτυγχάνεται με φυτική πρωτεΐνη εξίσου καλά όπως και με τη ζωική αρκεί να χρησιμοποιούνται ποικίλες πηγές φυτικής πρωτεΐνης όπως τα όσπρια, τα δημητριακά, το ψωμί, το ρύζι κλπ.
Στην Ελλάδα κύριο χριστουγεννιάτικο φαγητό είναι το χοιρινό. Έχει Εξέχουσα θέση στο ελληνικό χριστουγεννιάτικο τραπέζι μιας και το κρέας αποτελούσε «είδος πολυτελείας», το οποίο καταναλωνόταν μόνο στις γιορτές. Τα ζώα της οικογένειας εκτρέφονταν κυρίως για τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα αυγά. Η κατανάλωση κρέατος, ακόμη και του παστού, ήταν μια σπάνια πολυτέλεια για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Αντίθετα, στα τραπέζια των πλουσίων έβρισκαν συχνότερα τη θέση τους αρνιά, κατσίκια, κότες, πουλερικά, καθώς και κυνήγια.
Κάθε περιοχή στην Ελλάδα ανέπτυξε τη δική της παραδοσιακή συνταγή, βασισμένη τόσο στην ιδιαιτερότητα της περιοχής (νησί, ορεινή περιοχή, αστικά κέντρα), τις πρώτες ύλες, με κύριο άξονα όμως τους κανόνες και την θρησκευτική κουλτούρα. Για να αναφέρουμε χαρακτηριστικά, στην Εύβοια φτιάχνουν τα Χριστούγεννα τις «Μπάμπες». Είναι βρασμένο παχύ έντερο γεμιστό με συκώτι, σπλήνα και μπαχαρικά. Το χρώμα της σπλήνας συμβόλιζε αν ήταν καθαρό, ήταν καλός οιωνός, αν ήταν κίτρινο και χαραγμένο, δυσοίωνο σημάδι, Στην Ήπειρο (Ζαγοροχώρια) έφτιαχναν τα “Σπάργανα” (τηγανίτες), τα οποία συμβόλιζαν τα σπάργανα του Χριστού στη Φάτνη. Στα Δωδεκάνησα κυριαρχούν τα «γιαπράκια», ντολμαδάκια με λάχανο, ρύζι και κιμά. Το τύλιγμα του λάχανου γύρω από τον κιμά συμβόλιζε το φάσκιωμα του Χριστού. Στη Θράκη υπήρχαν εννιά διαφορετικά φαγητά την παραμονή σερβιρισμένα πάνω στο τραπέζι, άβραστα και νηστίσιμα. Ο συμβολισμός εδώ αφορά στην ευχή της αφθονίας φαγητών όλο τον χρόνο. Επιπλέον, χαρακτηριστικό χριστουγεννιάτικο ελληνικό έθιμο σε όλες τις περιοχές αποτελεί το χριστόψωμο το οποίο πλουμίζεται με ξεχωριστά στολίδια που συμβολίζουν τη θεϊκή του δύναμη. το Χριστόψωμο, ψωμί σταυρωτά κεντημένο και την ημέρα των Χριστουγέννων το κυλούν πάνω στο τραπέζι. Ζυμώνεται πάντα με τα εκλεκτότερα υλικά (λεπτοκοσκινισμένο σιταρένιο αλεύρι, ξηρούς καρπούς, σησάμι, μπαχαρικά). Αν πέσει από την ανάποδη μεριά του, η χρονιά θα πάει άσχημα ενώ αν πέσει από την καλή, θα πάει καλά και η χρονιά. Αν πέσει από την ανάποδη μεριά του, η χρονιά θα πάει άσχημα ενώ αν πέσει από την καλή, θα πάει καλά και η χρονιά.
Τα γλυκίσματα δεν έλειπαν από το χριστουγεννιάτικο ελληνικό τραπέζι. Κυρίαρχος ήταν οι τηγανίτες με μέλι και κρασί, όπου το μέλι συμβόλιζε την αφθονία των αγαθών για τον υπόλοιπο χρόνο και το κρασί την ευχή «να μεγαλώνει και να «απλώνει» η οικογένεια σαν την κληματαριά». Τέλος, φρούτα όπως τα ρόδια και τα μήλα υπήρχαν πάντα στο τραπέζι, έτσι ώστε η οικογένεια να έχει το «ροδοκόκκινο» χρώμα της υγείας. Άλλα γλυκά είναι οι κουραμπιέδες (κουλούρια με άχνη ζάχαρη), οι δίπλες (με μέλι), τα μελομακάρονα (με μέλι και καρύδια), τα τηγανόψωμα (με ντόπια τυριά), τα ξεροτήγανα και τα γλυκά του κουταλιού (φρούτα βρασμένα με ζάχαρη όπως βύσσινο, σταφύλι, κεράσι, νεράντζι και περγαμόντο).
Η πίτα που ετοιμάζεται με τον ερχομό του νέου έτους, η Βασιλόπιτα, περιέχει ένα «φλουρί», που σύμφωνα με την παράδοση, φέρνει καλή τύχη σε αυτόν που θα το βρει για όλη την χρονιά που έρχεται. Στα Θεοφάνια εορτάζεται η Βάπτιση του Χριστού και καθαγιάζονται τα ύδατα με ρίψεις στο νερό του σταυρού. Στο νερό πέφτουν πολλοί για να «πιάσουν» το σταυρό, κάτι που θεωρείται ότι θα τους φέρει όχι μόνο τύχη αλλά και προστασία από κακά και δεινά.
Το σπίτι στολίζεται στις μέρες μας τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά με διάφορα χρωματιστά και γιορτινά στολίδια και με το χριστουγεννιάτικο έλατο να κυριαρχεί στο σπίτι, έθιμο που ήρθε στην Ελλάδα από τις βόρειες χώρες. Το ελληνικό έθιμο είναι το στόλισμα του σπιτιού με χριστουγεννιάτικο καράβι που δείχνει πόσο σημαντικό κομμάτι της ζωής των Ελλήνων είναι η θάλασσα.
Η Ελλάδα ήταν μία κύρια γεωργική χώρα και οι δραστηριότητες που σχετίζονται με την γεωργία είναι έκδηλες στα ελληνικά θρησκευτικά έθιμα. Κύριο σημείο αναφοράς αποτελεί η φωτιά στο τζάκι που μέσα στο καταχείμωνο μεγαλώνει το όνειρο της σοδειάς.
Σε κάθε περιοχή της Ελλάδας, το Πάσχα έχει ιδιαίτερο παραδοσιακό χρώμα και χαρακτηριστική αίσθηση. Έχει τη δική του σφραγίδα, αξία και ποικιλία που έχει τις ρίζες του σε παραδόσεις αιώνων. Τα λαϊκά έθιμα κατά το σύγχρονο εορτασμό της Ανάστασης στην Ελλάδα, περιλαμβάνουν δείπνο με κύριο φαγητό τη μαγειρίτσα (σούπα από εντόσθια ζώων και λαχανικά) η οποία τρώγεται το βράδυ της Ανάστασης μετά την Αναστάσιμη Ακολουθία στην εκκλησία, το τσούγκρισμα των κόκκινων αυγών (αυγά που βάφονται με κόκκινο χρώμα συμβολίζοντας το αίμα του Χριστού), το «φιλί της αγάπης» την ώρα της Ανάστασης και το σούβλισμα του αρνιού ανήμερα την Κυριακή του Πάσχα. Επίσης, φτιάχνονται γλυκά – κουλουράκια με συγκεκριμένα μπαχαρικά και αρώματα και τσουρέκια (ένα είδος γλυκού ψωμιού με άρωμα μαστίχας και με μαχλέπι).
Η μαστίχα είναι η αρωματική φυσική ρητίνη που βγαίνει από το μαστιχόδεντρο το οποίο μεγαλώνει μόνο στη Χίο (νησί του Ανατολικού Αιγαίου). Η μαστίχα από την αρχαιότητα είχε πολλές χρήσεις: αρωματίζει τρόφιμα και γλυκίσματα, το μαστιχέλαιο χρησιμοποιείται επίσης στην επιπλοποιία και την κατασκευή μουσικών οργάνων, στην ιατρική και την παρασκευή φαρμάκων.